- φίλουρα
- φίλουριά η липа
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
φιλούρα — φιλούρα, η και φιλουριά, η (βοτ.), η φιλύρα (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
φιλούρα — και φιλουριά, η, Ν η φιλύρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. φιλύρα με διατήρηση τής αρχ. προφοράς τού υ ως /u/ (πρβλ. ξουράφι: ξυράφι)] … Dictionary of Greek